Resident Evil 7 |Review
Η αλήθεια είναι ότι είχα χάσει την πίστη μου στην σειρά Resident Evil. Ή μάλλον για να ακριβολογώ, είχα χάσει την πίστη μου στην Capcom που φτιάχνει τα Resident Evil. Η πρώτη μου επαφή με την σειρά ήταν πίσω στις αρχές της περασμένης δεκαετίας με το Resident Evil 3: Nemesis και αργότερα με το remake του πρώτου Resident Evil, αγάπησα και το Resident Evil 4 που πήγε την σειρά σε κάπως διαφορετικά από τα συνηθισμένα μονοπάτια, αλλά έκτοτε δεν βρήκα αφορμή να ασχοληθώ με τα επόμενα Resident Evil, αν εξαιρέσουμε κάτι Umbrela Chronicles που ήταν ψιλοενδιαφέροντα.
Η μοίρα Οι ανάγκες των reviews ξαναέφεραν την σειρά Resident Evil στην καθημερινότητά μου μόλις πέρυσι, όταν κυκλοφόρησε το Resident Evil: Revelations 2, παιχνίδι που αν και δεν αποτελούσε κάτι το ιδιαίτερο ή άξιο αναφοράς, προσπάθησε να ικανοποιήσει και λίγο τους hardcore υποστηρικτές της σειράς, αυτούς που λησμονούν τους πρώτους τίτλους διακαώς. Εδώ, πρέπει επίσης να αναφέρω πως με την ανακοίνωση του Resident Evil 7 δεν ενθουσιάστηκα, ίσως και λίγο απογοητευμένος από την αλλαγή ύφους και την επιλογή της first person κάμερας. Όχι απλά δηλαδή δεν ενθουσιάστηκα, αλλά δεν βρήκα και την… κάψα να ασχοληθώ με το demo που κυκλοφόρησε πριν λίγους μήνες.
Όλα αυτά όμως ήρθα να αλλάξουν ένα χειμωνιάτικο πρωινό που κύλησα το δισκάκι του παιχνιδιού στην εσοχή του Playstation. Το Resident Evil 7, όσο κι αν δεν σας γεμίζει το μάτι, όσο κι αν έχετε ξενερώσει από τις πρόσφατες επιλογές της Capcom με τα δύο προηγούμενα κεφάλαια της σειράς (και μερικοί ακόμα και από το 4ο!), αποτελεί το πρώτο σοβαρό Resident Evil, το πρώτο παιχνίδι που αξίζει να κουβαλάει το όνομα αυτού του τεράστιου franchise. Χαίρομαι ιδιαίτερα που η Capcom κατάφερε να υλοποιήσει την βασική της υπόσχεση: να επιστρέψει την σειρά στις ρίζες της, εκεί που ξεκίνησε, να της δώσει πίσω τα στοιχεία που την έκαναν αρεστή σε τόσους εκατομμύρια gamers που τα τελευταία χρόνια είχε παραμελήσει. Και όχι απλά η Capcom, με το Resident Evil 7, καταφέρνει να μας θυμίσει γιατί αγαπήσαμε τα Resident Evil, πετυχαίνει να δημιουργήσει ένα άρτιο σε γενικές γραμμές παιχνίδι, ένα σύγχρονο survival horror, σε μία εποχή που τα survival horror σπανίζουν.
Ξεκινώντας με την ανάλυση του τίτλου, πρέπει να αναφέρω πως θα προσπαθήσω να αναφέρω όσο το δυνατόν λιγότερα spoilers για την υπόθεση ή την εξέλιξη των γεγονότων, αναφέροντας μόνο τα εισαγωγικά στοιχεία και γενικές απόψεις για την υπόθεση. Το Resident Evil 7 ξεκινάει με τον Ethan να λαμβάνει ένα email από την αγαπημένη του Mia, τρία χρόνια μετά, και συγκεκριμένα με ένα βίντεο που αναφέρει ότι είναι καλά και ότι σκοπεύει να τον επισκεφτεί σύντομα. Αλλά σύντομα λαμβάνει και ένα δεύτερο βίντεο, όπου η Mia τον αποτρέπει να την ψάξει φωνάζοντάς του “να μείνει μακριά”. Αλλά φυσικά, όπως έχουμε αναλύσει, στον έρωτα παρανοείς, o Ethan αποφασίζει να μεταβεί στην επαρχιακή Αμερική για να βρει την καλή του, η οποία όπως προκύπτει βρίσκεται σε κίνδυνο.
Τα στοιχεία λοιπόν τον μεταφέρουν σε μία -φαινομενικά- εγκαταλειμμένη αγροικία/έπαυλη (από αυτές που έχουμε δει σε δεκάδες ταινίες τρόμου ή ακόμη και στην πιο πρόσφατη σεζόν του American Horror Story), και κάπου εδώ καταλαβαίνετε ότι τίποτα δεν πρόκειται να πάει καλά (ΣΗΚΩΦΥΓΕΘΑΒΡΕΙΣΑΛΛΗ!!!1). Η συγκεκριμένη περιοχή μαζί με τους εξωτερικούς χώρους και διπλανές καμπίνες και δωμάτια αποτελούν ουσιαστικά τον χώρο δράσης του παιχνιδιού, γεγονός που θα ξυπνήσει πολλές αναμνήσεις σε όσους έχετε ασχοληθεί με το πρώτο παιχνίδι της σειράς (ή την HD εκδοχή του). Στην συγκεκριμένη έπαυλη ζει η οικογένεια Baker, η οποία θα αποτελέσει και τον βασικό σας εχθρό στην διάρκεια της ιστορίας. Μια ιστορία με αρκετά μυστήρια να λύσει, τα περισσότερα από αυτά αναμενόμενα, αλλά εξαιρετικά ενδιαφέρουσα, και ένα πολύ δυνατό τέλος. Μία ιστορία που θα σας κρατήσει, θα σας κάνει να νιώσετε άβολα, θα σας παρέχει τις wow moments που μπορεί να αναμένετε και -πάνω απ’ όλα- θα σας χαρίσει αξιομνημόνευτες σκηνές μετά το πέρας του πρώτου playthrought. Οι φίλοι των zombies θα πρέπει να δεχθείτε το γεγονός πως στην παρούσα φάση δεν θα έχετε νεκροζώντανους να αντιμετωπίσετε, χωρίς ωστόσο αυτό να σημαίνει ότι δεν θα κληθείτε να σφάξετε μερικά φρικιαστικά πλάσματα πέρα από τα μέλη της οικογένειας Baker (+bonus παράλυτη γιαγια)
Οι 10 ώρες που διαρκεί μπορεί να φανούν λίγες στο άκουσμα, αλλά στην πράξη φαίνονται λίγο τραβηγμένες με βάση όσα το σενάριο μπορεί να αποδώσει, καθιστώντας το παιχνίδι λίγο κουραστικό στην τελευταία ώρα. Σε γενικές γραμμές, το παιχνίδι στην Normal δυσκολία (τα διαθέσιμα επίπεδα δυσκολίας αρχικά είναι μόνο τα easy και normal, ενώ μετά το τέλος του πρώτο playthrought ξεκλειδώνεται και το τρίτο, για το οποίο θα αναφερθούμε στην πορεία) είναι εύκολο, με τις φορές που βρεθήκαμε αντιμέτωποι με το Game Over να είναι λίγες.
Αφήνοντας πίσω το σενάριο με τις όποιες παραχωρήσεις έπρεπε να γίνουν για την υποτυπώδη ανάλυση αυτού, πρέπει να σηκωθούμε όρθιοι και να χειροκροτήσουμε την Capcom για την εξαιρετική, φρικιαστική και εμετική ατμόσφαιρα που κατάφερε να αποδώσει στο παιχνίδι. Όλα όσα αγαπήσαμε, οι βρώμικες υφές, τα μουχλιασμένα δωμάτια, τα υπερμεγέθη ζωύφια να περπατάνε στους τοίχους, οι φρικιαστικές καταστάσεις και οι στιγμές που θα πεταχτείτε στον αέρα για να βρίσετε μερικά Θεία είναι εδώ, και είναι πιο απολαυστικές από ποτέ. Βάλτε στο μείγμα και την εξαιρετική ηχητική επένδυση, με όλα τα εφέ που θα σας κάνουν λίγο πιο αγχωμένους με το τι θα αντικρίσετε στην επόμενη γωνία, και τότε θα έχετε ένα πρότυπο horror παιχνιδιού που η Capcom μπορούσε, αλλά όπως φαίνεται δεν ήθελε να φτιάξει. Πρόκειται για το πρώτο παιχνίδι μετά το The Evil Within το οποίο πραγματικά με έκανε να πιστέψω ότι τα survival horror μπορούν να επιζήσουν μέσα σε μία βιομηχανία που κατακλύζεται καθημερινά από shooters και multiplayer-based παιχνίδια.
Βασικό στοιχείο που ενδυνάμωσε κατά πολύ το στοιχείο του τρόμου – και δεν μιλάμε για τα jump scares, αλλά για τον πραγματικό τρόμο του να μην ξέρεις τι πρόκειται να αντικρίσεις στην επόμενη στροφή ή μόλις ανοίξεις μία πόρτα – είναι η προοπτική πρώτου προσώπου. Δεν περίμενα πως στο συγκεκριμένο κείμενο θα βρισκόμουν στο σημείο να εξυμνώ την επιλογή της εταιρίας να στραφεί σε αυτήν την επιλογή, αφήνοντας πίσω την κλασσική κάμερα τρίτου προσώπου, αλλά δουλεύει καλά. Τι καλά, δηλαδή, αποτελεί την κορύφωση του horror κομματιού, αφού έδεσε άριστα με το level design και το gameplay αφήνοντας τον παίκτη “γυμνό” όχι μόνο με το τι πρόκειται να συναντήσει, αλλά και με το τι συμβαίνει στην πλάτη του. Στα θετικά του χτισίματος της ατμόσφαιρας πρέπει να καταλογίσουμε τα playable flash-backs που ξεκλειδώνονται μέσω VHS κασετών και μας δίνουν λίγο παραπάνω background story.
Στα του gameplay το παιχνίδι επιστρέφει όσο πιο κοντά μπορεί στις κλασσικές αξίες της σειράς. Έχουμε ένα inventory που δεν μπορεί να χωρέσει κάθε λογής collectibles, αλλά θα πρέπει να θυσιάσουμε μερικά αντικείμενα για χάρη μερικών άλλων, έχουμε crafting από collectibles, περιορισμένο αριθμό πυρομαχικών και φυσικά τα αξιαγάπητα safe rooms στα οποία μπορείτε να αποθηκεύσετε το παιχνίδι, να αφήσετε αποθηκευμένα μερικά αντικείμενα προκειμένου να τα σώσετε για μία δύσκολη στιγμή. Προφανώς σε ένα παιχνίδι του 2017 έχουν ενσωματωθεί και αυτόματα saves και checkpoints, τα οποία ωστόσο απενεργοποιούνται στο Madhouse επίπεδο δυσκολίας που ξεκλειδώνετε μετά το πρώτο playthrought. Παράλληλα, οι πιο… hardcore φίλοι της σειράς θα χαρούν να μάθουν πως στο τελικό επίπεδο δυσκολίας τα saves γίνονται σε περιορισμένο αριθμό αφού θα χρειαστείτε να συλλέξετε κασέτες όπως έπρεπε να έχετε μελάνι για τις γραφομηχανές στους πρώτους τίτλους. Σημειώνουμε πως μία κασέτα ισούται με μόλις ένα save.
Εξαιρετικά απολαυστικό είναι το shooting στοιχείο του παιχνιδιού, με τα όπλα να δίνουν μία πολύ ωραία και στιβαρή αίσθηση, ενώ αρκετά μεγάλη είναι και η γκάμα των όπλων που μπορείτε να αποκτήσετε, όπως η καραμπίνα, την οποία και θα αποκτήσετε στις πρώτες ώρες ενασχόλησης με το Resident Evil 7. Αυτό που ίσως να ξενίσει μερικούς παίκτες που άρχισαν να ακολουθούν την σειρά από το RE4 και μετά, είναι τα περιορισμένα πυρομαχικά που έχετε στη διάθεσή σας. Σε γενικές γραμμές ωστόσο το παιχνίδι είναι αρκετά χαριστικό με τους θανάτους σας, αφού σε κάθε respawn τα αντικείμενα και η ποσότητα πυρομαχικών παραμένει σταθερή, οπότε δεν θα βρεθείτε σε μεγάλη δυσκολία – τουλάχιστον στα δύο αρχικά επίπεδα. Ένα ακόμη κομμάτι που πιστεύω θα έπρεπε να δοθεί λίγο μεγαλύτερη έμφαση ήταν τα boss fights, τα οποία με μερικές εξαιρέσεις δεν αποτέλεσαν μεγάλη πρόκληση.
Όπως κάθε Resident Evil που σέβεται τον εαυτό του, έτσι και το νέο παιχνίδι περιλαμβάνει γρίφους, κλειδωμένες πόρτες και εκτενή αναζήτηση αντικειμένων ή κλειδιών. Ενώ οι γρίφοι δεν θα αποτελέσουν σημαντική πρόκληση για έναν μυημένο παίκτη σε παρόμοια παιχνίδια, πολλές φορές θα βρεθείτε σε αδιέξοδο και θα πρέπει να γυρίσετε σε παλιότερες περιοχές και δωμάτια προκειμένου να βρείτε κάποιο αντικείμενο προκειμένου να προχωρήσετε σε μία νέα περιοχή ή να αποκτήσετε πρόσβαση σε ένα όπλο ή νέο αντικείμενο.
Στα τεχνικά σημεία του παιχνιδιού, το Resident Evil 7 στα περισσότερα σημεία δεν εντυπωσιάζει, με τα περισσότερα textures να μην βρίσκονται σε ικανοποιητικά επίπεδα, ενώ παρατηρείται και σε πολλά σημεία έντονο aliasing. Εδώ πρέπει να αναφέρουμε πως ασχοληθήκαμε με την έκδοση του παιχνιδιού για Playstation 4, με τον τίτλο να υποστηρίζει και το PS4 Pro στο οποίο τα όποια του προβλήματα βελτιώνονται σημαντικά, με τον τίτλο να τρέχει σε native 4K ανάλυση. Κρίνεται σκόπιμη και η αναφορά στην υποστήριξη του Playstation VR, το οποίο δεν δοκιμάσαμε, αλλά η αλήθεια είναι ότι πιθανότητα θα λιποθυμούσαμε στην πρώτη κατσαρίδα να περπατάει στο χέρι μας. Δεν παίζουμε με αυτά, γιατί αν παίξουμε με αυτά δεν θα είχατε review να διαβάσετε. Σημειώνεται πως η Virtual Reality υποστήριξη αποτελεί αποκλειστικό χαρακτηριστικό για την πλατφόρμα της Sony, με τις υπόλοιπες εκδόσεις να αποκτούν VR support σε έναν χρόνο από σήμερα, βάσει συμφωνίας των δύο εταιριών. Κλείνοντας με τα τεχνικά θέματα, νομίζω δεν θα ήμασταν άπληστοι αν ζητούσαμε από την Capcom λίγο πιο προσεγμένα voice overs και εκφράσεις προσώπου, τομείς που φαίνεται ότι βρέθηκαν σε δεύτερη μοίρα.
Συνοψίζοντας, το Resident Evil 7 δεν αποτελεί το καλύτερο παιχνίδι που θα παίξετε ποτέ, αλλά καταφέρνει αυτό που όλοι ζητούσαμε. Να επαναφέρει την σειρά στα παλιά της στάνταρ, να προσφέρει την εμπειρία τρόμου που τα προηγούμενα μέλη του franchise δεν έψαξαν να προσφέρουν. Ναι, το Resident Evil 7 έχει μερικά θεματάκια στον τεχνικό τομέα, ναι ίσως οι τελευταίες ώρες να κουράσουν μερικούς παίκτες, αλλά μετά τα τελικά credits θα σας αφήσει μία ευχάριστη γεύση, μία δυνατή -horror- εμπειρία. Για εμένα σίγουρα αποτελεί ένα από τα καλύτερα παιχνίδια τρόμου (πόσο μάλλον survival horror) των τελευταίων ετών, και χωρίς να είμαι υπερβολικός, ένα από τα καλύτερα Resident Evil που θα σας τρομοκρατήσει με την ατμόσφαιρά του, και όχι με φθηνά jump scares. Χαίρομαι ιδιαίτερα που η Capcom τόλμησε να επαναφέρει την σειρά στις ρίζες της, και ελπίζω τα επόμενα παιχνίδια να συνεχίσουν στο ίδιο μοτίβο.